Page:Hippocrate - Œuvres complètes, traduction Littré, 1839 volume 6.djvu/310

Cette page n’a pas encore été corrigée
304
DES LIEUX DANS l’hOMME.


φαλης δια του βρόγχου και τίίον *αρτγ}ριων, δ πλεύμων, ατε ψαφαρος Ιών και ξηρός φύσει, έλκει εφ’εο^υτον το υγρον ο τι αν δύνηται* καΐ Ιπήν ^ειρύστ), μέζο^ν γίνεται, και όταν μεν ες ^λον ^εύση, (χεζων δ λοβός γενόμενος άμφοτε’ρων έψαυσε τών πλευρε’ων, και περιπλευμονίην Ιποίησεν όταν δε της Ιτέρης μουνον, ^πλευριτιν. Έ περιπλευμονιη πολύ επικινδυνότερη εστί, και οδυναι πολύ ισχυρότεραί εισιν αι ες τάς λαπάρας κα ες τας κληΐδας, και ή γλώσσα πολύ ωχρότερη, και την φάρυγγα άλγέει υπο του γεύματος, και κόπος έχει ισχυρός, και πνεύμα έκταΤον ^ έβδομαΐον λάζεται. Τούτον’V μή έβδομαΤον δ πυρετός άφ^, αποθνήσκει, *η άποπυί’σκεται, η άμφότερον* ην δ’εναταιον δύο ημέρας διαλιπών λάζηται, ώς τα πολλά και ούτος ^yj αποθνήσκει, η εμπυος διαφεύγει* ην δε ^δωδεκαταΤον, εμπυος γίνεται* ην δε ^τεσσαρεσκαιδεκαταΤον, υγιής γίνεται. Και εμπυοι όσοι υπο περιπλευμονίης η πλευρίτιδος γίνονται, *ούκ άποθνησκουσιν, αλλ* υγιέες γίνονται* ώς τ^ πολλά εμπυοι γίνονται, όταν ^ευμα ες το αύτο οίσπερ επι τησι χοΛτ|σι γένηταΐ’άλλα τησι μεν χολ^σι’πολύ άπορ^εΐ, και άπορ^εΰσαν παύεται’τοίσι *®δ’εμπύοισιν έλασσον τε ^εΐκαΐ ου παύεται, και εμπυοι γίνονται, δ’ταν "έλασσον άποχρέμπτωνται ^ επιρ^ει ες τον ^^πλεύμονα. Τοΰτο γαρ, το εντίΐί πλεύμονι συνιστάμενόν τε και επιρρέον, πυον γίνεται’το δε πΰον συνιστάμενον εν τω πλεύμονι και εν τω κιθάρω ^^έλκοΤκαι σηπει* και επήν ελκωθη, άπο του ήλκωμε’νου επιρρεϊ και **■ επαναχρεμπτομε’νου* οίμα μεν ή κεφαλή μάλλον ρεϊ σειομένη, αμα *^δε εκ του ήλκωμένου εν τω κιθάρω και ’*Αορτρών Zwing. in marg. —αορτάων vel αορτών L. —άορτε’ων Κ’, Lind.. Mack.-Voy. Gai. Gloss. au mot άορτρον, et Érot., p. G6, au mot άρτιων ; d’après l’arrangement suivi par Érotien, ce mot (sans doute pour άορτέων" appartient au traité Des Lieux dans l’homme ; nous le retrouverons plui 1οΐη, -π)εύμων Α.-πν. vulg. — ^είρύση G. —είρύσει Α. —εισρυση vulg. —μέζων (bis) Α. —μείζων (bis) vulg. —πλευρών Α. — ^nkzjpi’ÎiQ (πλευρίτι sic C ή. ή περιπν. (περιπλ. C, Mack) vulg. —πλευρίτην ή περιπλευμονίην Α. —έπι• κινδυνωτέρη Α. —κληίδα : Κϋΐιη.-κληίδας vulg. — V.al (ή pro και Mack άποπνίγεται vulg. —Je pense qu’il faut lire ή άποπυΐσκεται. —εναταϊον A.ένν. vulg.— διαλείπων λάζεται Α.— λάξηται Mack. — ^ή cm. Α. — "δωδεκαταίο Α. —’τέ δ και ι ταίος Α. — *καΙ ούκ C. — ^πολλΟ Α.-^εύσαντα pro άπο^ ρευσαν Α. —’ « δε G. —έμπύοις G. —έλασσοτέρει pro ελ. τε ^εϊ Α. — » έλάσσι• Α. —’^πν. Ε. —τε συνιστάμενον και G. —πύον (ubique) Ε. —’•’έλκεϊ (sic) Ο -έλκει, in marg. al. manu ή έλκοΐΑ. —σήπη Α. —είλκωμένου AG. —ήλκομέ